«Για να είσαι κουκλοπαίκτης, πρέπει να το αγαπάς πολύ». Στη φράση αυτή συμπυκνώνει η κουκλοπαίκτρια Μαιρηβή Γεωργιάδου τόσο το πάθος της για το κουκλοθέατρο, όσο και τις δυσκολίες που συναντούν εκείνοι που ασχολούνται με τον συγκεκριμένο χώρο.
Όπως εξηγεί, μιλώντας το Sputnik με αφορμή την παγκόσμια ημέρα κουκλοθέατρου στις 21 Μαρτίου, ο κουκλοπαίκτης είναι ο άνθρωπος που καλείται να τα κάνει όλα από τη δημιουργία της παράστασης, αλλά και την ώρα της παράστασης. Είναι ο άνθρωπος… ορχήστρα.
«Είναι αυτό που λέμε ότι πάντα μας λείπει άλλο ένα χέρι. Την ώρα της παράστασης μπορεί να παίζουμε και μία και δύο κούκλες παράλληλα, να πατάμε κουμπιά, να αλλάζουμε σκηνικά, τα κάνουμε όλοι όλα», εξηγεί.
Συναντήσαμε την κ. Γεωργιάδου στο «Εργαστήρι Μαιρηβή». Πρόκειται για έναν φιλόξενο και ζεστό χώρο στο Μεταξουργείο, όπου αποδεικνύεται πως, όταν ένα κομμάτι ξύλο, λίγο ύφασμα και μερικά εκατοστά σκοινί βρεθούν στα κατάλληλα χέρια, μπορούν να μεταμορφωθούν σε κούκλες που διηγούνται μία όμορφη ιστορία.
«Το θέατρο στα ακροδάχτυλα»
Μιλώντας για τον χώρο στο Μεταξουργείο, επισημαίνει ότι είναι η πρώτη σκηνή και συνεχίζει τη λειτουργία του, καθώς εκεί γίνονται τα εργαστήρια για ενήλικες και παιδιά. Παράλληλα, σε συνεργασία με το Πάντειο Πανεπιστήμιο, έγινε η μελέτη και οργάνωση των συλλογών του εργαστηρίου, ώστε να γίνει ένας μουσειακός χώρος με συλλογές κούκλων από κουκλοθέατρα όλου του κόσμου.
Στον χώρο φιλοξενείται η έκθεση «Το θέατρο στα ακροδάχτυλα» από το ομότιτλο βιβλίο του Μίκαελ Μέσκε. Γίνονται επίσης εκπαιδευτικά προγράμματα για σχολεία, τα οποία είναι εμπλουτισμένα και με εργαστήρια και με παραστάσεις, ενώ προσαρμόζονται ηλικιακά ανάλογα με την κάθε ομάδα.

Σε ό,τι αφορά τις συλλογές στο μουσείο, είναι αντιπροσωπευτικές από διάφορα μέρη και διάφορες ηπείρους του κόσμου. Μεταξύ άλλων, φιλοξενούνται κούκλες από χώρες της ανατολικής Ασίας, όπως το Βιετνάμ ή η Κίνα, που έχουν μεγάλη παράδοση στο κουκλοθέατρο. «Και η σκηνή και το πώς παίζει ο κουκλοπαίκτης είναι έκθεση. Και τα εργαστήρια είναι έκθεμα», περιγράφει η κ. Γεωργιάδου.
Όπως συμπληρώνει, «είμαστε της φιλοσοφίας ότι κάθε κουκλοπαίκτης πρέπει να είναι και κουκλοποιός. Εμείς στήνουμε την παράσταση από την αρχή μέχρι το τέλος. Πέρα από τη σύλληψη και τη σκηνοθεσία, κάνουμε και τη σκηνογραφία και την κατασκευή κουκλών και σκηνικών. Απαραίτητο εργαλείο του κάθε κουκλοπαίκτη είναι να διαθέτει ένα εργαστήρι».
Οι δυσκολίες του κουκλοθέατρου
Η κ. Γεωργιάδου στέκεται και στις δυσκολίες του κουκλοθέατρου. «Δεν είναι εύκολη δουλειά, και αν δεν το θέλεις πολύ, δεν μπορείς να το κάνεις», σημειώνει και τονίζει ότι «είναι και λίγο έως πολύ παρεξηγημένο. Μέσα από την έκθεση που κάναμε τώρα και η προσπάθεια που κάνουμε εδώ και χρόνια, θέλουμε να καταλάβει ο κόσμος ότι το κουκλοθέατρο δεν είναι μια περιθωριακή και παρεξηγημένη τέχνη. Είναι μια υψηλή τέχνη».
Παρατηρεί εξάλλου ότι, αν και υπάρχουν εξαιρετικοί κουκλοπαίκτες και έχουν γίνει πολλές καλές δουλειές τα τελευταία 20 έως 30 χρόνια στην Ελλάδα με καλούς θιάσους, ακόμη οι Έλληνες είναι επιφυλακτικοί με το κουκλοθέατρο. «Πάντα υπάρχει το ζήτημα ότι θεωρείται παρεξηγημένη τέχνη» παρατηρεί, εκτιμώντας ότι το κουκλοθέατρο δεν έχει κάνει τα βήματα που θα μπορούσε.
«Φταίμε κι εμείς οι κουκλοπαίκτες, στην ανάγκη να δημιουργηθούν γρήγορα παραστάσεις μεταφερόμενες σε ένα σχολείο, δημιουργούνται και παραστάσεις που δεν αξίζει να λέμε ότι εντάσσονται στην τέχνη του κουκλοθέατρου. Δυστυχώς, αυτό κάνει ζημιά στο κουκλοθέατρο, δημιουργείται η εντύπωση ότι αυτό είναι το κουκλοθέατρο» σημειώνει και προσθέτει: «Ακούμε συχνά ότι "δεν είστε θέατρο, κουκλοθέατρο είστε"».

Γι' αυτό, η κ. Γεωργιάδου επαναλαμβάνει πως «για να είσαι κουκλοπαίκτης, πρέπει να το αγαπάς πολύ», ενώ χαρακτηρίζει έργα τέχνης τις κούκλες. «Η εμψύχωση της κούκλας είναι κάτι πολύ σημαντικό και πολύ ενδιαφέρον, συγκλονιστικό μπορώ να πω», σπεύδει να συμπληρώσει.
Ασχολούνται όμως οι νέοι στην Ελλάδα με το κουκλοθέατρο; Σύμφωνα με την κ. Γεωγιάδου, υπάρχουν άνθρωποι που ενδιαφέρονται, ωστόσο στην Ελλάδα δεν υπάρχει σχολή για κουκλοθέατρο, κάτι που συμβαίνει σε άλλες χώρες. Αναφέρει επιπλέον ότι το «Εργαστήρι Μαιρηβή» πριν κάποια χρόνια προσπάθησε να προχωρήσει το εγχείρημα της δημιουργίας μίας σχολής, ωστόσο όπως διευκρινίζει, «κάτι τέτοιο είναι αδύνατο χωρίς τη στήριξη κάποιου κρατικού φορέα. Έχουμε περιοριστεί σε εργαστήρια, σε σεμινάρια».
Η θεματολογία των παραστάσεων
Ποια είναι όμως η θεματολογία των παραστάσεων; Όπως εξηγεί η κ. Γεωργιάδου, συνήθως πρόκειται για λαϊκά παραμύθια, τα οποία προσαρμόζονται — με σεβασμό πάντα στα σύμβολα. Αλλαγές λαμβάνουν χώρα και κατά τη διάρκεια των προβών. «Κάνουμε διασκευή, παίρνοντας σαν ιδέα κάποια παραμύθι που μας αρέσει. Είμαστε προσεκτικοί στη διασκευή, σεβόμαστε τα σύμβολα. Από εκεί και πέρα μπορούμε να προσαρμόσουμε το παραμύθι και στις δυνατότητές μας. Ο δικός μας ο θίασος αποτελείται από τρεις κουκλοπαίκτες», προσθέτει η ίδια.
Κάνει επίσης λόγο για «κάτι πολύ διαφορετικό από το θέατρο. Από το θέατρο έχει το κομμάτι της υποκριτικής και της ετοιμασίας μιας παράστασης, αλλά το κουκλοθέατρο έχει και στη διάρκεια της προετοιμασίας και στη διάρκεια των παραστάσεων πολλές διαφορετικές μορφές και διαφορετικά πράγματα να δείξει».
Σημειώνει εξάλλου ότι οι παραγωγές μπορεί να μπουν στο σεντούκι για ένα διάστημα, όμως οι κούκλες περιμένουν τους κουκλοπαίκτες να τις ξαναζωντανέψουν. «Είναι παραγωγές που βρίσκονται σε αναμονή και επαναλαμβάνονται. Κι έτσι δεν είμαστε και φειδωλοί στο πόσο χρόνο χρειάζεται να στήσουμε μια παράσταση», σπεύδει να προσθέσει.
Παρατηρεί επιπλέον ότι πολλές φορές για τις ανάγκες της παράστασης χρειάζονται μεικτές τεχνικές. «Εμείς συνήθως παίζουμε με παραδοσιακή σκηνή, δηλαδή οι κουκλοπαίκτες είναι κρυμμένοι, χωρίς να σημαίνει ότι έχουμε μπροστά μας κάποιο μαύρο πανί. Έχουμε παραστάσεις που είμαστε κρυμμένοι πίσω από τα σκηνικά», εξηγεί και συμπληρώνει:
«Ο κουκλοπαίκτης στο σύγχρονο κουκλοθέατρο μπορεί να μην είναι κρυμμένος, μπορεί να εμφανίζεται. Θεωρούμε ότι ο καλός κουκλοπαίκτης είναι πάντα αόρατος, γιατί και μπροστά από τη σκηνή να είναι, δεν φαίνεται. Αν δώσει όλο τον χώρο στην κούκλα, τα μάτια του θεατή στην κούκλα θα πέσουν και όχι στον κουκλοπαίκτη».

Πώς όμως ξεκίνησε την ενασχόλησή της με το κουκλοθέατρο; Όπως τονίζει, από μικρό παιδί είχε αγάπη για το κουκλοθέατρο και κατάλαβε ότι επιθυμεί να ασχοληθεί με αυτό, παρά τις σπουδές της στις οικονομικές επιστήμες.
Δηλώνει επίσης τυχερή που συναντήθηκε με πολύ σημαντικούς ανθρώπους του χώρου: «Είναι αυτό που λένε πως όταν θέλεις κάτι πολύ, γίνεται, ήμουν πολύ τυχερή. Ήταν η Ανίνα Αϊνστάινερ, η πρώτη μου δασκάλα, η Νικολίνα Γεωργίεβα από την ακαδημία της Σόφιας, ο Μίκαελ Μέσκε που με στήριξε για το μουσείο. Η Μιρέλα Κατσά, με την οποία συνεργαζόμαστε εδώ και 20 χρόνια, ο Θοδωρής Κορόζης, εξαιρετικό παιδί που στηρίζει τη δουλειά μας».
Ο στόχος του Εργαστηρίου Μαιρηβή
Το «Εργαστήρι Μαιρηβή», όπως εξηγεί η κ. Γεωργιάδου, ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1999 σαν αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία. Σκοπός ήταν η έρευνα, η εξάπλωση και η διεύρυνση της τέχνης του κουκλοθέατρου στην Ελλάδα, με τη σύγχρονη, ευρεία έννοιά της, μέσα από παραστάσεις και εργαστήρια για ενήλικες και παιδιά. Άμεσα, ο χώρος είχε ανταπόκριση από το κοινό, ενήλικες και σχολεία.
Το 2012, το θεατρικό κομμάτι μεταφέρθηκε στη θεατρική σκηνή στην περιοχή του Ψυρρή, καθώς στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένας αμιγώς κουκλοθεατρικός χώρος, μέσα στον οποίο ξεκίνησαν κουκλοθεατρικές παραγωγές και φιλοξενήθηκαν θίασοι Ελλήνων κουκλοπαικτών.
Το 2013, ξεκίνησε το Διεθνές Φεστιβάλ Κουκλοθέατρου και Αφήγησης, όπου κουκλοπαίκτες και παραμυθάδες από διάφορα μέρη του κόσμου —ένας ή δύο θίασοι κάθε μήνα- παρουσίαζαν παραστάσεις και έκαναν εργαστήρια, ώστε το κοινό και οι κουκλοπαίκτες να έρθουν σε επαφή με διάφορες τεχνικές αφήγησης και κουκλοθέατρου.
Το Φεστιβάλ συνεχίζεται μέχρι σήμερα, για έκτη συνεχή χρονιά. Δυστυχώς, όμως, όπως αναφέρει η κ. Γεωργιάδου, φέτος είναι πιο φτωχό, γιατί δεν στηρίχθηκε από κάποιον φορέα. «Προσπαθήσαμε όλοι εμείς να το στηρίξουμε, ευελπιστούμε να το συνεχίσουμε», συμπληρώνει η ίδια.
Το κουκλοθέατρο Μαιρηβή (στην οδό Σαχτούρη 4 και Σαρρή στου Ψυρρή) λειτουργεί τις καθημερινές δεχόμενο επισκέψεις από σχολεία, ενώ κάθε Κυριακή στις 12 ανεβάζει δικές του παραστάσεις. Σε ό,τι αφορά τον χώρο του εργαστηρίου και το μουσείο (στην οδό Δεληγιώργη 33 στο Μεταξουργείο) είναι διαθέσιμος τις καθημερινές για οργανωμένες επισκέψεις σχολείων.