Στο «μικροσκόπιο» του περιοδικού JAMA βρέθηκαν η επίδραση της θερμοκρασίας, της υγρασίας και το γεωγραφικό πλάτος για το κατά πόσο επηρεάζουν τη μεταδοτικότητα και την εποχικότητα της COVID-19.
Μάλιστα, όπως επισημαίνει το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ), τη συγκεκριμένη μελέτη ανασκόπησαν οι καθηγητές του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) Δημήτρης Παρασκευής (αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής), Νίκος Θωμαΐδης (καθηγητής στο Τμήμα Χημείας) και Θάνος Δημόπουλος (καθηγητής Θεραπευτικής και πρύτανης ΕΚΠΑ).
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως πόλεις με ευρεία διασπορά της COVID-19 είχαν σημαντικά χαμηλότερη μέση θερμοκρασία και χαμηλότερη μέση ειδική υγρασία Q, όμως δεν εντοπίστηκε συσχέτιση με τα επίπεδα της σχετικής υγρασίας. Ακόμη, όσο χαμηλότερες ήταν η μέση θερμοκρασία και η μέση ειδική υγρασία τόσο υψηλότερα ήταν τα επίπεδα διασποράς. Όπως επισημαίνουν οι Έλληνες καθηγητές μάλιστα, η θερμοκρασία και η υγρασία αποτελούν γνωστούς παράγοντες που επηρεάζουν την επιβίωση των SARS-CoV, MERS-CoV και της γρίπης.
Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί πως σε πιο ψυχρές περιοχές στα βόρεια γεωγραφικά πλάτη, οι μεταδόσεις COVID-19 ήταν περιορισμένες, συμπεραίνοντας με αυτό τον τρόπο πως ο ιός πιθανόν μεταδίδεται σε ένα συγκεκριμένο εύρος θερμοκρασίας.
Όλα τα παραπάνω, σύμφωνα με τους καθηγητές, υποδεικνύουν μία πιθανή συσχέτιση μεταξύ θερμοκρασίας και επιβίωσης του SARS-CoV-2 στο περιβάλλον.
Ακόμη, τονίζουν ότι ένα πεδίο για περαιτέρω έρευνα περιλαμβάνει τη χρήση σύνθετων επιδημιολογικών μοντέλων που ενσωματώνουν κλιματολογικές/καιρικές μεταβλητές (π.χ. θερμοκρασία, υγρασία), τις χωροχρονικές αλλαγές τους, καθώς και προσομοίωση σεναρίων ανθρώπινων αλληλεπιδράσεων (π.χ. μετακινήσεις, πυκνότητα πληθυσμού).